Ο μπάρμπα- Τάσος, ήταν ο πραγματικός Όλυμπος, κομμάτι του μικρού συνοικισμού, μοναχικός γηγενής, που στο πρόσωπό του ζωγραφιζόταν το δέσιμο και εξάρτηση από τον εκούσιο τρόπο ζωής στον μικρό οικισμό.
Γιατί αυτός ήταν ο Όλυμπος. Ένα μικρό κομμάτι γης ανάμεσα στα Καλύβια και την Ανάβυσσο, κρυμμένος στην σκιά του επιβλητικού ορεινού όγκου από τον Βοριά, έχοντας το Κάλμι από την νοτινή πλευρά.
Κατοικήθηκε παλιά, από δέκα οικογένειες κολίγων, που δούλευαν στα κτήματα του τσιφλικά Λογοθέτη. Κάποτε τα κτήματα πουλήθηκαν στις οικογένειες, οι οποίες μη έχοντας το αντίτιμο της αγοράς αυτής, πλήρωναν σε είδος, έδιναν με άλλα λόγια, μερτικό από την σοδειά. Χαρακτηριστικό είναι, ότι τα τσουβάλια με το σιτάρι παρέμεναν κλειστά, ώσπου να σφραγιστούν από τον Λογοθέτη και να πάρει πρώτος αυτός το μερίδιό του. Για την ιστορία, οι οικογένειες που ζούσαν στον Όλυμπο, ανήκαν στους….
Λεωνίδα Κοντογιάννη, Γεωργ.Δεδεγκίκα, Νικ. Μερκούρη, Ευαγ. Μερκούρη, Ιωάννη Κώνστα, Ιωάννη Κοντογιάννη, Στ. Σιδέρη, Λ.Μπήτρου, Χρ. Ανδρέου, Κων. Ανδρέου. Αναλογικά, αντιστοιχούσαν 150 στρ. γη, σε κάθε οικογένεια.
Ευθυτενής και αγέρωχος,παράξενος και απρόσιτος,πασπάλιζε με το απαραίτητο μυστήριο την παιδική μας ζωή,που αχόρταγη για περιπέτειες,έδινε την δική της διάσταση σε κάθε τι που απομακρυνόταν από τις οικείες εικόνες της μικρής μας καθημερινότητας.Στεκόταν εκεί και μας παρατηρούσε που περνούσαμε σαν αστραπή μπροστά του με τα ποδήλατα,συννενοημένοι όπως είμασταν,να μην γυρίσουμε ούτε το κεφάλι να τον αντικρύσουμε!Μόνο το χαμόγελό του στην θέα μας του έδινε την ανθρώπινη διάσταση που του άρμοζε καθώς το κεφάλι του ακολουθούσε την πορεία των ποδηλάτων,μέχρι την ώρα που εξαφανιζόμασταν από τα μάτια του.
Το γκρέμισμα του ονείρου ήρθε απότομα,με τα λόγια της μάνας μου…’και βέβαια έχει παιδιά ο μπάρμπα Τάσος,και παιδιά και εγγόνια!’ μου τόνισε…’δεν μένουν όμως μαζί του!’
Μα πως γίνεται αυτό?Δεν το χωρούσε το μικρό μου μυαλό,οι παππούδες και οι γιαγιάδες ζουν μαζί μας,στην ίδια αυλή,μας αγκαλιάζουν,μας μαλώνουν και στο τέλος ο παππούς βγάζει απ’το τσεπάκι του αυτές τις υπέροχες καραμέλες ‘μέντα’ που έπαιρνε απ’το περίπτερο,ενω τα κουρασμένα και βαθύκογχα μάτια του ακτινοβολούσαν και γίνονταν ποταμός όταν μας τις έδινε.
Και μια μέρα,ο μπάρμπα Τάσος έφυγε.Σαν άλλος,ιδανικός κυρ Αντώνης μας αποχαιρέτησε ήσυχα στον ύπνο του,παίρνοντας μαζί του κι ένα μέρος από την παιδική μας αθωότητα.
Να’σαι καλά μπάρμπα Τάσο εκεί που είσαι,σε θυμήθηκα απόψε,αλλά το μυαλό τώρα τελευταία μου σκαρώνει αλλόκοτες ιστορίες,που νόμιζα ότι είχα ξεχάσει!
Για την Γιώτα Δράκου,την Athina Anastassiou,τηνMatina Karelioti,
με ένα ευχαριστώ!!
ΚατερίναΜερκούρη