Παναγιώτης Κολέλης
Μπορεί οι θάνατοι από COVID-19 να έχουν ξεπεράσει τα 3 εκατ. παγκοσμίως και τις 10.000 στην Ελλάδα, μπορεί η κατάσταση να συνεχίζει να παραμένει κρίσιμη στα νοσοκομεία με πολλούς ασθενείς να νοσηλεύονται διασωληνωμένοι, ωστόσο παρατηρείται το εξής παράδοξο: ένα σημαντικό ποσοστό ανθρώπων διστάζει να εμβολιαστεί με το εμβόλιο της AstraZeneca, προτιμώντας να συνεχίσει να εκτίθεται στους κινδύνους του COVID-19, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον εαυτό του και τους οικείους του.
Το τελευταίο διάστημα, οι ακυρώσεις ραντεβού για εμβολιασμό με AstraZeneca έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, ενώ το άνοιγμα της πλατφόρμας των ραντεβού για την ηλικιακή ομάδα 55-59 βρήκε τον κόσμο να τρέχει να προλάβει να κατοχυρώσει τα εμβόλια της Pfizer και της Moderna. Αρκετοί, μάλιστα, που δεν τα πρόλαβαν, ανέβαλαν τον εμβολιασμό τους μέχρι να έρθουν νέες παραλαβές από τα εμβόλιο που επιθυμούν.
Ωστόσο, ακόμα κι εκείνοι που μπόρεσαν να τα βρουν διαθέσιμα, προτίμησαν να εμβολιαστούν πολύ αργότερα απ’ ότι θα το έκαναν αν εμβολιάζονταν με AstraZeneca, παίρνοντας αβασάνιστα το ρίσκο αυτής της επιπλέον καθυστέρησης.
Όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα να οδηγήσουν την κυβέρνηση να ανακοινώσει πως θα ανοίξει στις 27 Απριλίου, πολύ νωρίτερα δηλαδή από το προβλεπόμενο, την πλατφόρμα των ραντεβού για την ηλικιακή ομάδα 30-39, αποκλειστικά με το εμβόλιο της AstraZeneca.
Αντί όμως οι άνθρωποι στις συγκεκριμένες ηλικίες να δεχθούν ευχάριστα αυτή την απροσδόκητη εξέλιξη, παρατηρείται δυσαρέσκεια και έντονος προβληματισμός από την επιλογή της κυβέρνησης να μην τους δώσει τη δυνατότητα να διαλέξουν το εμβόλιο που επιθυμούν. Αρκετοί αισθάνονται πως τους δίνεται η επιλογή ενός εμβολίου που δεν το θέλει κανείς, πως αν δεν το κάνουν ούτε εκείνοι, τότε θα μείνει σε απόθεμα ή θα «δανειστεί» σε άλλες χώρες, όπως αναμένεται να κάνει η Νορβηγία, που σκοπεύει να δώσει 216.000 δόσεις του εμβολίου της AstraZeneca στη Σουηδία και την Ισλανδία, με τη δυνατότητα να τις πάρει πίσω στο μέλλον αν και εφόσον τις ζητήσει.
Η άρνηση, άλλωστε, σημαντικής μερίδας πολιτών να εμβολιαστούν με AstraZeneca δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Σε χώρες όπως η Λετονία και η Βουλγαρία, που είχαν επιλέξει να προμηθευτούν κυρίως εμβόλια της AstraZeneca επειδή είναι πιο φθηνά, ο εμβολιασμός προχωρά με πιο αργούς ρυθμούς σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. Για του λόγου το αληθές, το εμβόλιο της AstraZeneca κοστίζει μόλις 1,78 ευρώ, ενώ της Pfizer ξεκίνησε από 12 ευρώ για να ανέβει στη συνέχεια στα 15 και σήμερα, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό της Βουλγαρίας Μπόικο Μπορίσοφ, κοστίζει 19,50 ευρώ.
Οι αμφιβολίες και οι δισταγμοί που έχουν δημιουργηθεί γύρω από το εμβόλιο της AstraZeneca είναι αφενός δικαιολογημένοι, αφετέρου δεν προέκυψαν μέσα σε μια νύχτα. Οι πολίτες γίνονται εδώ και καιρό μάρτυρες παλινωδιών και αντιφάσεων τόσο από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις – ορισμένες χώρες ακυρώνουν τελείως τους εμβολιασμούς με AstraZeneca, ενώ άλλες τις αναστέλλουν για συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες. Διαφοροποιήσεις παρατηρούνται ακόμα και σε αυτό –, όσο και από εθνικές επιστημονικές επιτροπές, τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Κάποιες χώρες χορηγούν το εμβόλιο αποκλειστικά στους άνω των 55 ετών, άλλες στους άνω των 60, ενώ η βρετανική ρυθμιστική αρχή (MHRA) έχει εκδώσει σύσταση να μη χρησιμοποιείται το εμβόλιο από την ηλικιακή ομάδα 18-29 ετών, οδηγία που υιοθέτησε και η ελληνική Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών.
Παρότι όλοι τους συμφωνούν πως τα οφέλη του συγκεκριμένου εμβολίου υπερτερούν των κινδύνων και πως τα περιστατικά θρομβώσεων είναι εξαιρετικά σπάνια, η έλλειψη κοινής γραμμής και πειστικών εξηγήσεων διασπείρουν τον φόβο και την αμφιβολία στους πολίτες, κλονίζοντας κατά συνέπεια την εμπιστοσύνη τους.
Αν σε όλα αυτά προστεθεί και η παράμετρος της πολιτικής, με το Brexit και τις τεταμένες σχέσεις της Ε.Ε. με τη Βρετανία, καθώς και τα οικονομικά συμφέροντα και οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις εταιρίες, τότε φτιάχνεται ένα εκρηκτικό μείγμα, ικανό όχι μόνο να αποπροσανατολίσει τον κόσμο, αλλά και να ναρκοθετήσει το εμβολιαστικό πρόγραμμα.
Προς το παρόν, πάντως, η χώρα μας βρίσκεται ανάμεσα στις τρεις χώρες που έχουν χορηγήσει τα λιγότερα εμβόλια AstraZeneca στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Πρώτη από το τέλος είναι η Ρουμανία, που έχει χορηγήσει το 34,1% των διαθέσιμων εμβολίων της, και ακολουθούν η Ολλανδία με 42,2% και η Ελλάδα με 46,2%.
Αν το «τρένο» της εμπιστοσύνης στο εμβόλιο της AstraZeneca χαθεί οριστικά, αν ένα «όπλο» βγει οριστικά από τη φαρέτρα μας, τότε δεν σημαίνει πως απέτυχε το εμβόλιο ούτε πως φταίνε οι πολίτες. Εκείνοι που απέτυχαν είναι η Ε.Ε και ο καπιταλισμός. Για μία ακόμη φορά.